κρυπτάδιος

κρυπτάδιος
κρυπ-τάδιος [ᾰ], α, ον (and ος, ον A.Ch.946 (lyr.)),
A secret, clandestine,

κρυπταδίῃ φιλότητι Il.6.161

;

κρυπταδίου μάχας A.

l.c.;

κρυπτάδια φρονέοντα Il.1.542

. Regul. Adv. -ίως Man.2.195, 6.182.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κρυπτάδιος — secret masc nom sg κρυπτάδιος secret masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρυπτάδιος — κρυπτάδιος, ον, θηλ. και ία (Α) 1. κρυφός, μυστικός, λαθραίος («κρυπταδίη φιλότητι μιγήμεναι», Ομ. Ιλ.) 2. το ουδ. πληθ. ως επίρρ.) κρυπτάδια κρυφά, μυστικά, λαθραία. επίρρ... κρυπταδίως (Α) κρυφά, λαθραία, μυστικά. [ΕΤΥΜΟΛ. < κρυπτός + κατάλ …   Dictionary of Greek

  • κρυπταδίως — κρυπτάδιος secret adverbial κρυπτάδιος secret masc acc pl (doric) κρυπτάδιος secret adverbial κρυπτάδιος secret masc/fem acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρυπτάδιον — κρυπτάδιος secret masc acc sg κρυπτάδιος secret neut nom/voc/acc sg κρυπτάδιος secret masc/fem acc sg κρυπτάδιος secret neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρυπταδίων — κρυπτάδιος secret fem gen pl κρυπτάδιος secret masc/neut gen pl κρυπτάδιος secret masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρυπταδίοις — κρυπτάδιος secret masc/neut dat pl κρυπτάδιος secret masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρυπταδίοισι — κρυπτάδιος secret masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) κρυπτάδιος secret masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρυπταδίου — κρυπτάδιος secret masc/neut gen sg κρυπτάδιος secret masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρυπταδίους — κρυπτάδιος secret masc acc pl κρυπτάδιος secret masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρυπταδίῳ — κρυπτάδιος secret masc/neut dat sg κρυπτάδιος secret masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρυπτάδια — κρυπτάδιος secret neut nom/voc/acc pl κρυπτάδιος secret neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”